Πέμπτη 26 Φεβρουαρίου 2009

Στα σκοτεινά μονοπάτια του γυναικείου μυαλού

«…Αυτός ήταν ο εαυτός της – αιχμηρός, σαν βέλος* σαφής. Αυτός ήταν ο εαυτός της, όταν κάποια προσπάθεια, κάποια επιταγή να είναι ο εαυτός της ένωνε τα χαρακτηριστικά, μόνο αυτή γνώριζε πόσο διαφορετικά, πόσο ασύμβατα ήταν, και φρόντιζε για χάρη του κόσμου να γίνεται ένας πυρήνας, ένα διαμάντι, μια γυναίκα που καθόταν στο σαλόνι της κι αποτελούσε σημείο συνάντησης, χωρίς αμφιβολία ένα φεγγοβόλημα σε κάποιων την ανούσια ζωή, ένα καταφύγιο για τους μοναχικούς, ίσως…»

Είναι μία από τις «φωνές» της λογοτεχνίας που κατόρθωσε να περάσει στη σφαίρα του κλασικού, ακριβώς επειδή κατάφερε να εκφράσει το γυναικείο ψυχισμό, τις αποχρώσεις της θηλυκής υπόστασης και φυσικά να αποκαλύψει πτυχές του γυναικείου μυαλού, χωρίς να καταφεύγει σε φτωχές εύκολες μεθόδους και φτηνά στερεότυπα. Είναι μια φωνή που υποστήριξε το ρεύμα του μοντερνισμού με τέτοια θέρμη, ώστε να αποτελεί σήμερα – τώρα που ακόμη και το μεταμοντέρνο παραχωρεί σιγά-σιγά τη θέση του - μία από τις πιο ζωντανές εκφάνσεις του στο πρώτο μισό του 20ου αιώνα. «…Περνούσε κοφτερή σαν μαχαίρι μέσα απ’ όλα* και την ίδια ώρα ήταν έξω και παρατηρούσε… Το μοναδικό της χάρισμα ήταν ότι καταλάβαινε τους ανθρώπους σχεδόν από ένστικτο…»
Η εμμονή της στην ανάδειξη της γυναικείας υπόστασης στη γραφή, την έφερε ένα βήμα πριν την εποχή της, ενώ η ταραγμένη της ψυχή και το απονενοημένο διάβημα της αυτοχειρίας της, προσέδωσαν στη λογοτεχνική της προσωπικότητα ένα κάποιο «λούστρο» που σήμερα κάνουν τη ζωή της – μαζί με αυτή της Σίλβια Πλαθ (και το ανάλογο τέλος τους, βέβαια) – ένα από τα θέματα που τα περιοδικά δεν βαριούνται να αναμοχλεύουν, ύστερα μάλιστα και από την ταινία «Οι ώρες». Αφού το Χόλιγουντ έβαλε το χεράκι του, ο μύθος της Βιρτζίνια Γουλφ (1882-1941) δεν ήθελε πολύ για να πλαστεί από την αρχή και να πασπαλιστεί έστω με λίγη παραπάνω μελαγχολική χρυσόσκονη. Ωστόσο, η γραφή της διαθέτει τέτοια ποιότητα και πρωτοπορία και φρεσκάδα – ναι, ακόμη και για το σήμερα – που όσο να θες μικρόψυχα να σταθείς μόνο στην αυτοκτονία της ή στα τραύματα της ψυχής της, σε παρασύρει και φυσικά σε υπερβαίνει. «…Ο θάνατος είναι εναντίωση. Ο θάνατος είναι μια απόπειρα επικοινωνίας* οι άνθρωποι νιώθουν την ανάγκη να φτάσουν στον πυρήνα που με τρόπο απόκοσμο τους ξεγλιστρά* η εγγύτητα απομακρύνει* ο ενθουσιασμός ξεθυμαίνει* μένεις μόνος. Είναι αγκαλιά ο θάνατος…». Ήταν λογοτέχνης, όχι κινηματογραφική σταρ. Αυθεντική. Και κερδίζει η Τέχνη της. Αρκεί να ανοίξει κανείς ένα βιβλίο της για να καταλάβει ότι έχει να κάνει με μια γυναίκα που ναι, μεν υπήρξε κεντρική μορφή του φεμινισμού, αλλά στο λογοτεχνικό της μικροσκόπιο-στόχαστρο έθεσε τις γυναικείες αδυναμίες, ως ανθρώπινες αδυναμίες, στα ίσα με τις ανδρικές. «…Υπάρχει αξιοπρέπεια στους ανθρώπους* μοναξιά* χάσμα ακόμα κι ανάμεσα στο ανδρόγυνο* κι αυτό πρέπει να το σέβεσαι…»

Εκείνο το έργο που δείχνει με τον πιο πανοραμικό τρόπο την εμβρίθεια και την άνεση της Βιρτζίνια Γουλφ να εισχωρεί βαθιά στην ψυχή των ανθρώπων είναι «Η κυρία Νταλογουέι» που κυκλοφορεί στη χώρα μας από τις Εκδόσεις Μεταίχμιο, σε μετάφραση Κωνσταντίνας Τριανταφυλλοπούλου. «…οι άνθρωποι ούτε καλοσύνη έχουν ούτε πίστη ούτε ευσπλαχνία πέρα απ’ όσο τους χρησιμεύουν για να αυξηθεί η χαρά της στιγμής…» Μπορεί να μην κατορθώνουν όλοι να διαβάσουν τον «Οδυσσέα» του Τζέιμς Τζόις, όσο βιβλιόφιλοι κι αν είναι, αλλά «Η Κυρία Νταλογουέι» όπου επίσης το μυθιστόρημα διαδραματίζεται μέσα στη διάρκεια μιας ημέρας και μόνο, είναι σαφέστερα πιο προσιτή στον αναγνώστη, χωρίς να γίνεται εύκολη ή απλουστευτική* χωρίς να χάνει κάτι από τη γοητεία της γραφής της βρετανίδας συγγραφέως * και φυσικά αναδεικνύοντας όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά που κρατούν το βιβλίο απολύτως ζωντανό στο σήμερα. «…Ένα βιβλίο ήταν συναισθηματικό* μια στάση απέναντι στη ζωή ήταν συναισθηματική. «Συναισθηματική» ίσως να ήταν εκείνη που αναλογιζόταν το παρελθόν…»

Η Βιρτζίνια Γουλφ στο συγκεκριμένο έργο ακολουθεί έναν ιδιόμορφο τρόπο στησίματος του μυθιστορήματος, καθώς χωρίς να μας περιγράφει καμιά φοβερή και τρομερή ιστορία, αναπτύσσει μια εξαιρετικά κινητική πλοκή, με παιχνίδια του χρόνου στο παρελθόν και το παρόν, σκιαγραφώντας αριστουργηματικά χαρακτήρες, ιδιοσυγκρασίες, ψυχικά και περιβαλλοντικά τοπία. «…κι αυτή η σταδιακή έλξη όλων των πραγμάτων σ’ έναν πυρήνα μπροστά στα μάτια του, σαν να είχε αναδυθεί σχεδόν μέχρι την επιφάνεια κάτι φρικτό που ήταν έτοιμο να εκραγεί, να μετατραπεί σε φλόγες, τον τρόμαζε. Ο κόσμος ταλαντευόταν, έτρεμε κι απειλούσε να εκραγεί, να μετατραπεί σε φλόγες…»

Με λίγα λόγια, πρόκειται για την ημέρα της μεσήλικος Κλαρίσα Νταλογουέι, η οποία ετοιμάζεται για τη βραδινή δεξίωση στην οποία θα παρίσταται ο παλιός νεανικός της έρωτας, ο Πίτερ Γουόλς, γεγονός που ταράζει το μέσα της. Ωστόσο, η έξωθεν ρουτίνα της καθημερινότητάς της παραμένει αδιασάλευτη και στην υπηρεσία της συγγραφέως να χρησιμοποιηθεί με τέτοιον τρόπο, ώστε να δώσει στην κεντρική ηρωίδα αλλά και τους περιφερειακούς συμπρωταγωνιστές της, τη δυνατότητα να αναπτυχθούν οι βαθύτερες σκέψεις και οι ενδόμυχοι μονόλογοι όλων, χωρίς να χάνεται ο βασικός ιστός του οικοδομήματος του μυθιστορήματος. «…Παρόλο που είχε δυο φορές το μυαλό του Νταλογουέι, ανάγκαζε τον εαυτό της να βλέπει τα πράγματα μέσα απ’ τα δικά του μάτια – μία απ’ τις τραγωδίες του έγγαμου βίου…»

Η αυτοκτονία έχει και εδώ παρουσία, με τον ήρωα Σέπτιμους Γουόρεν Σμιθ, ο οποίος βαθιά ταραγμένος και διασαλευμένος από τους βομβαρδισμούς του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, καταλήγει σε αυτήν. Η ίδια η Βιρτζίνια Γουλφ, ζώντας στη σκιά των διαφορετικών και πολλών ψυχικών σοκ που υπέστη η ίδια (βιασμός, θάνατοι των δικών της ανθρώπων όσο εκείνη ήταν πολύ νέα) στο βιβλίο μπαινοβγαίνει με μεγάλη άνεση στα φωτεινά στιγμιότυπα της ζωής («…Αυτό που της άρεσε ήταν, απλώς, η ζωή…») και στα σκοτεινά παραλειπόμενά της και μάλιστα για μια πληθώρα προσώπων που περιγράφονται. «…είναι μεγάλο κρίμα να μην λες ό,τι αισθάνεσαι…» Μάλιστα, οι φιγούρες πολλών από τους πρωταγωνιστές ανήκαν στο περιβάλλον των οικογενειακών της αναμνήσεων. «…Αλλά τίποτε δεν είναι τόσο παράξενο όταν είσαι ερωτευμένος (και τι άλλο θα μπορούσε να είναι αυτό εκτός από έρωτας;) όσο η απόλυτη αδιαφορία των άλλων ανθρώπων…» Αυτή η έντονη κίνηση και ο σχεδόν ποιητικός ρυθμός της γραφής της (αν και καταπιάνεται με φαινομενικά καθημερινά πράγματα), προσδίδουν στο κείμενο μια φινέτσα και πρωτοτυπία που ταιριάζουν στο γυναικείο νου, τιμώντας τις λογοτεχνικές του κατακτήσεις και διατηρώντας την εύθραυστη τρυφερότητα και βαθιά πνευματικότητα. «…Η ζωή είχε τον τρόπο της να προσθέτει τη μια μέρα στην άλλη…»

Δεν υπάρχουν σχόλια: